Η ελληνική κρίση θα ξεπεραστεί πάνω στην πλάτη σου. Κι αυτό γιατί είσαι ένας (σχεδόν) ευνομούμενος πολίτης που δεν έχει καταχραστεί δημόσιο χρήμα. Για παραδέξου όμως κάτι. Δεν θα έβαζες κι εσύ το δάχτυλο στο μέλι αν είχες τα κατάλληλα κονέ;
Είναι στη φύση μας, πώς να το κάνουμε. Να μπαίνουμε μπροστά στο φανάρι, να κλέβουμε λίγο στη σειρά, να θέλουμε να παίζουμε πρώτοι με το καινούριο παιχνίδι, να θέλουμε να μας σερβίρουν πρώτους και γενικά να απολαμβάνουμε προνόμια που οι υπόλοιποι απλά δεν απολαμβάνουν.
Είναι στη φύση μας, πώς να το κάνουμε. Να μπαίνουμε μπροστά στο φανάρι, να κλέβουμε λίγο στη σειρά, να θέλουμε να παίζουμε πρώτοι με το καινούριο παιχνίδι, να θέλουμε να μας σερβίρουν πρώτους και γενικά να απολαμβάνουμε προνόμια που οι υπόλοιποι απλά δεν απολαμβάνουν.
Αυτό όμως απέχει πολύ από το να θεωρούμαστε λαμόγια. Κι αυτό γιατί το λαμόγιο σε μια εποχή κρίσης είναι εκείνος ο τύπος που έχει καταφέρει να ξεφεύγει από την εφορία, να ζει πλουσιοπάροχα σε βάρος άλλων και να μην μπορεί να τον αγγίξει κανένας.
Καλώς ή κακώς η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, όλο και κάτι έχει κάνει για να διογκώσει το δημοσιονομικό χάος. Από το να βάλει βίσμα στο στρατό μέχρι να λαδώσει έναν δημόσιο λειτουργό ή να πάρει έστω και μία αμοιβή σε μαύρα.
Υπάρχει μια πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε εκείνους που έκατσαν στο τραπέζι και έφαγαν με την ψυχή τους και την πλειοψηφία του κόσμου που περίμενε υπομονετικά κάτω από το τραπέζι να πέσει κάνα ψίχουλο.
Τον απλό κόσμο που περίμενε από τα original λαμόγια να τους βάλουν και αυτούς στο κόλπο. Όχι από ανάγκη ή επιθυμία να παρανομήσουν αλλά από την ανάγκη να διασφαλίσουν το μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους.
Το δυστυχές είναι ότι η δεινότητα των φόρων και η οικονομική κατάσταση των περισσοτέρων, αναγκάζει πολλούς να σκέφτονται να μην πληρώσουν, να κρύψουν αποδείξεις και να φοροδιαφύγουν.
Ωθούν δηλαδή ακόμα και εκείνον τον πολίτη που περπατούσε με το κούτελο καθαρό τόσα χρόνια, να σκέφτεται το ενδεχόμενο να παρανομήσει. Με το τρανό άλλοθι του “εδώ η χώρα πτωχεύει, εγώ θα την σώσω; Ας την σώσουν αυτοί που τα έφαγαν”.
Αυτή η ιδιότυπη νομιμοποίηση της λαμογιάς είναι κάτι που δεν έχει σκεφτεί η Τρόικα. Κι αυτό γιατί κανένα μέλος της δεν έχει μεγαλώσει σε μια κοινωνία που το να ξεφύγεις από το κράτος θεωρείται μαγκιά.
Όταν όλες οι υποθέσεις που έχουν ξεσκεπάσει κατά καιρούς Τριανταφυλλόπουλοι και λοιποί, έχουν μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Όταν καθημερινά διαπιστώνεις ότι κανένας πολιτικός, όσο δημοσιο χρήμα κι αν έχει καταχραστεί, δεν διώκεται ποινικά. Όταν γύρω σου κυκλοφορεί τόσο μαύρο χρήμα, έχεις αρχίσει να νιώθεις λίγο κορόιδο.
Και με το δίκιο σου γιατί βλέπεις ανθρώπους με μικρότερες δυνατότητες να σου τρώνε τη θέση, βλέπεις την αδικία να ζημιώνει το ίδιο το κράτος και εσένα να μένεις στα όρια του βασικού μισθού.
Και τότε είναι που σκέφτεσαι τι θα έκανες εσύ αν είχες τις κατάλληλες διασυνδέσεις.
Εσύ, σε ποια μερίδα ανθρώπων ανήκεις;
Σε εκείνους που πιστεύουν ότι η επίλυση της κρίσης θα έρθει με την στήριξη του κράτους και την αδιαμαρτύρητη εκπλήρωση των φορολογικών καθηκόντων; ή μήπως ανήκεις στους άλλους; Εκείνους που νιώθουν μέχρι και δικαιωμένοι πλέον όταν φοροδιαφεύγουν;
Το μικρόβιο της λαμογιάς έχει φυτρώσει ακόμα περισσότερο στο μυαλό του Έλληνα. Και νομίζω ότι είναι πολλοί εκείνοι οι οποίοι βλέποντας τα μεγαλο-λαμόγια να ξεφεύγουν από την ελληνική δικαιοσύνη, αναφωνούν “μακάρι να ήμουν κι εγώ λαμόγιο”.
Χρήστος Χατζηιωάννου