Εορτολόγιο

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Αν η Ευρώπη δεν μεριμνήσει, θα υπάρξει νέα κρίση

Την ώρα που η χώρα βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος, με τους εταίρους να εκβιάζουν ουσιαστικά για τη συνέχιση της στήριξής τους, ο Κ.Σημίτης σε ομιλία που θα εκφωνήσει τη Δευτέρα σε συνέδριο ουσιαστικά εγκαλεί τον Γ.Παπανδρέου για παραλείψεις και προχειρότητα στην υπογραφή του Μνημονίου επιχειρώντας, έστω και όψιμα όπως θεωρούν αρκετοί πολιτικοί αναλυτές, μια ηχηρή πολιτική παρέμβαση.

Συγκεκριμένα ο Κ.Σημίτης θα είναι ο κύριος ομιλητής σε συνέδριο που οργανώνουν στις 23 Ιανουαρίου 2012 το Ίδρυμα Heinrich Böll και το Freïe Universität του Βερολίνου, υπό τον τίτλο: "Η Ελλάδα σε κρίση. Προοπτικές στον ευρωπαϊκό δρόμο".


Ο πρώην πρωθυπουργός ο οποίος έδωσε στη δημοσιότητα ορισμένα σημεία από την ομιλία που θα εκφωνήσει με τον χαρακτηριστικό τίτλο "Ελλάδα, quo vadis;" θα αναφερθεί στα αίτια της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τη χώρα με αιχμή το μνημόνιο και τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής τον Οκτώβριο του 2011.


Πιο συγκεκριμένα ο κ. Σημίτης ασκεί δριμεία κριτική στον Γ.Παπανδρέου χαρακτηρίζοντας "πολιτικά μοιραίο λάθος" την παράλειψη συνάρτησης των στόχων του μνημονίου με τις πραγματικές εξελίξεις με αποτέλεσμα να βυθίζεται η ελληνική οικονομία στην ύφεση .

"Η συμφωνία μεταξύ της ΟΝΕ και της Ελλάδας για την πολιτική, που οφείλει να εφαρμόσει η Ελλάδα, ώστε να της χορηγηθεί το σύνολο των δόσεων του συμφωνηθέντος δανείου, γνωστή ως Μνημόνιο, συντάχτηκε χωρίς να υπάρχει ικανοποιητική προετοιμασία και λειτούργησε με τρόπο που επιδείνωσε την κατάσταση", θα επισημάνει ο κ. Σημίτης.

"Οι συντάκτες του Μνημονίου παρέλειψαν να συναρτήσουν τους στόχους τους με τις πραγματικές εξελίξεις, να προβλέψουν δηλαδή ότι σε περίπτωση ύφεσης θα παρατείνεται αυτόματα ο χρόνος πραγματοποίησης των στόχων ή και θα περιορίζονται ορισμένες επιδιώξεις. Ήταν ένα πολιτικά μοιραίο λάθος. Η παράλειψη είχε ως αποτέλεσμα να εξακολουθεί το αρχικό σκληρό πρόγραμμα λιτότητας παρά την ύφεση που επήλθε και να επιτείνει κατά πολύ την ύφεση", θα προσθέσει.


Η ομιλία εντοπίζει τη βαθύτερη πολιτική και οικονομική φιλοσοφία που επικράτησε στη σχέση των πιο ανεπτυγμένων με τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ: "
Η αλληλεγγύη είναι ένας όρος που δεν είναι αρεστός σε ορισμένες χώρες της Ένωσης. Θεωρούν ότι υποδηλώνει μια υποχρέωση συμπαράστασης προς άλλους που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους. Συνεπάγεται μια μονόπλευρη δέσμευση. Όμως τα πράγματα επιβάλλουν την αμοιβαία σύμπραξη και συμπαράσταση. Μια οικονομική διακυβέρνηση, που δεν θα περιορίζεται όπως σήμερα μόνο σε τρέχοντα προβλήματα αλλά θα φροντίζει για την ισόρροπη κατανομή των ωφελειών της στην ΟΝΕ, είναι σε θέση να διαχειριστεί πολύ καλύτερα το ευρύτερο θέμα της ανάπτυξης".

Επισημαίνει επίσης ότι: "
Η ΟΝΕ δεν είναι όμως μια παρέα προηγμένων χωρών που έχουν κοινά συμφέροντα αντίθετα προς εκείνα των χωρών που υστερούν.  Είναι κοινό σχέδιο προόδου. Οφείλει να εντάσσει λοιπόν στο σχεδιασμό τόσο τους πιο ισχυρούς με τις δυνατότητές τους όσο και τους πιο αδύνατους με τις αδυναμίες τους. Να λαμβάνει υπόψη του τις ανισότητες και να αποτιμά το γεγονός ότι οι αναπτυγμένες χώρες δεν επιβαρύνονται μόνο αλλά αποκομίζουν και σημαντικά κέρδη χάρη στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες τους και τις εξαγωγές τους".


Ο Κ. Σημίτης υποστηρίζει ότι,
προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα στην ΕΕ, "χρειάζεται η διαμόρφωση ενός νέου τρόπου αντιμετώπισης των ανισοτήτων μεταξύ του ανεπτυγμένου κεντρικού πυρήνα της ευρωζώνης και της λιγότερο ανεπτυγμένης περιφέρειάς της" και προβλέπει ότι "αν αυτό δεν συμβεί τότε θα υπάρξουν και στο μέλλον επαναλαμβανόμενες κρίσεις".

Τέλος, η πρότασή του είναι ότι η
"έξοδος από την κρίση επιβάλλει "την φυγή προς τα εμπρός" δηλαδή στην κατεύθυνση μιας οικονομικής διακυβέρνησης και μιας πολιτικής ενοποίησης. Αυτός είναι ο στόχος που πρέπει με σοβαρότητα και επιμονή να επιδιώξουμε. Το ελληνικό πρόβλημα δεν ήταν μία ατυχία στην πορεία της Ένωσης, η παρεκτροπή που ανέτρεψε ένα καλά σχεδιασμένο εγχείρημα. Ήταν ο καταλύτης που ανέδειξε τις αδυναμίες της μέχρι τώρα οικονομικής διακυβέρνησης, την ανάγκη ενός νέου προσδιορισμού της".

Συνομιλητής του πρώην πρωθυπουργού θα είναι ο Daniel Cohn Bendit, πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.