Εορτολόγιο

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Οι Παράλογοι Φόροι Υπομονεύουν το Μέλλον


Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου

Να ξεκαθαρίσω ευθύς εξ αρχής πως δεν είμαι από αυτούς που υποστηρίζουν, λαθεμένα κατά τη γνώμη μου, την επιστροφή στη δραχμή. Ούτε και φορτώνω στο Μνημόνιο τις ευθύνες για τα σημερινά οικονομικά μας χάλια. Αντίθετα μάλιστα, αν το Μνημόνιο είχε εφαρμοσθεί πιστεύω πως πάρα πολλά θα είχαν αλλάξει προς το καλύτερο. Και πολύ γρήγορα μάλιστα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν θεωρώ παραλογισμό την εμμονή της κυβέρνησης στην βαριά φορολογία – κάτι μάλιστα που δεν αποτελεί ούτως η άλλως επιταγή του Μνημονίου.
Και καταλογίζω ευθύνες στην τρόικα πως συνέχισε να εισηγείται εκταμιεύεις ποσών υπέρ της Ελλάδος κι’ ανέχεται τις τελευταίες επιλογές των κυβερνόντων υπέρ καινούργιων φορολογικών επιβαρύνσεων, αντί να θέσει σαν όρο της όποιας μελλοντικής οικονομικής ενίσχυσης την δραστική περικοπή των δημοσίων δαπανών μέσω της μείωσης κυρίως του κράτους.

Η εμμονή στην υπερφορολόγηση δείχνει βασικά έλλειμμα λογικής αλλά και στοιχειώδους οικονομικής γνώσης. Γιατί τις όποιες ελλείψεις στην ζητούμενη δημοσιονομική ισορροπία πρέπει να την αναζητούμε ε στην αύξηση των εσόδων κι όχι στην μείωση των δαπανών; Με βάση το κριτήριο αυτό η κυβέρνηση Παπαδήμου έχει αποτύχει στο έργο της. Εξοντώνει την ελληνική αγορά επιμένοντας στην αύξηση των κρατικών εσόδων από διόγκωση των φόρων – καμία σχέση βέβαια με πάταξη της φοροδιαφυγής, αφού οι αυξήσεις αφορούν κυρίως τους συνήθεις συνεπείς με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις πολίτες – αντί να προχωρήσει σε τολμηρές περικοπές στον δημόσιο τομέα.


Η φορολογική πολιτική της χώρας σήμερα είναι παράλογη. Και βάζει το κράτος απέναντι στον φορολογούμενο. Η πολιτεία κλέβει ανερυθρίαστα τους πολίτες της, γίνεται συνεταίρος στην οικονομική τους καθημερινότητα δίχως να προσφέρει το οτιδήποτε για την συμμετοχή και τις απολαβές της. Εξοντώνει τους πολίτες, υποβαθμίζοντας την πολιτική τους παρουσία ενώ σταδιακά δημεύει την ατομική τους περιουσία. Στην χώρα αρχίζει να υπάρχει έντονο ζήτημα προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και, κατ’ επέκταση, σοβαρότατο θέμα δημοκρατίας.


Ας βάλουμε τα πράγματα σε κάποια λογική σειρά. Ο φόρος εισοδήματος βρίσκεται σήμερα στο 40% των συνολικών εσόδων κάποιου πολίτη. Το 40 αυτό τοις εκατό περιλαμβάνει το σύνολο των εισοδημάτων του και δεν εξαιρεί το 20% που παρακρατείται από όσα έκαστος εισπράττει. Ναι μεν ο υπολογισμός του φόρου περιλαμβάνει όσα έχουν καταβληθεί στην πηγή, αλλά το εισόδημα αυτό ποτέ δεν βρέθηκε ολόκληρο στα χέρια του φορολογούμενου. Που θα μπορούσε να το αξιοποιήσει με διάφορους τρόπους (τόκους, επενδύσεις κλπ). Από το πράγματα λοιπόν ο φόρος είναι αισθητά παραπάνω από 40%.


Πέραν όμως των ποσών που υποχρεώνεται να καταβάλει στο κράτος ο πολίτης πρέπει και να ζήσει. Σε ένα κοινωνικό περιβάλλον ανεξέλεγκτης ακρίβειας, άθλιων κοινωνικών υπηρεσιών (υγεία, ασφάλιση, συγκοινωνίες κλπ), χαμηλού επιπέδου εκπαίδευσης, πολεοδομικού χάους κι’ ανύπαρκτης δημόσιας ασφάλειας. Για να αποκτήσει ένα ικανοποιητικό επίπεδο αντίστοιχων υπηρεσιών συνήθως υποχρεώνεται να πληρώνει έξτρα από την τσέπη του. Κι οφείλει βέβαια να καταβάλει μεγάλα ποσά για ηλεκτρικό ρεύμα, τηλέφωνα, βενζίνες, σχολεία και ιδιωτικά μαθήματα των παιδιών, αθλητικές τους δραστηριότητες και τόσα άλλα. Όλα αυτά βέβαια από το υπόλοιπο 60% του εισοδήματος που μένει στα χέρια του…


Και μετά έρχονται τα διάφορα χαράτσια κατά της ιδιοκτησίας (ΕΤΑΚ, ΦΑΠ, χαράτσι της ΔΕΗ) και οι συνήθεις «έκτακτοι» φόροι (έκτακτες εισφορές, φόρος αλληλεγγύης κλπ). Να σημειωθεί πως επιβαρύνεται η ύπαρξη ιδιοκτησίας και όχι οι πρόσοδοι από αυτήν. Από πού θα βρεθούν τα χρήματα για να αποδοθούν αυτοί οι φόροι; Από το όποιο μαξιλάρι των ετοίμων μπορεί να βρέθηκαν τα χρήματα για την πρώτη φορά. Τις επόμενες όμως πως θα καλυφθούν τα ποσά αυτά; Το μαξιλάρι έχει πλέον γίνει για τους περισσότερους πολίτες στραπατσαρισμένο σομπρέρο. Είναι αυτονόητο πως τα ακίνητα έχουν προέλθει από επένδυση φορολογημένων χρημάτων, ακόμα και τα κληρονομημένα έχουν πληρώσει τους σχετικούς φόρους, ενώ με τις διάφορες μέχρι τώρα επιβαρύνσεις πολλά έχουν ήδη καταβάλλει στο κράτος περίπου το κόστος της κτήσης τους. Με την σημερινή μάλιστα κρίση, εν πολλοίς κι’ αυτή παράγωγο της αφελούς φορολογικής πολιτικής, πολλοί ιδιοκτήτες δεν εισπράττουν πλέον ενοίκια, ενώ είναι δυσχερέστατη μέχρι αδύνατη η πώλησή τους.


Τι απομένει λοιπόν για τον απεγνωσμένο πολίτη; Η ριζοσπαστικοποίησή του, η αποδοχή εξωπραγματικών ισχυρισμών για υποτιθέμενες θεωρίες συνωμοσίας και η στράτευση κάτω από λάβαρα ακροτήτων που ενδεχόμενα να οδηγήσουν τελικά τον τόπο σε τραγικές περιπέτειες. Κι όλα αυτά γατί το σύνολο της πολιτικής εξουσίας δεν μπορεί να δει παραπέρα από την μύτη του. Και να καταλάβει πως οι φόροι οφείλουν να εξορθολογισθούν και να μειωθούν. Και να αντικατασταθούν από περικοπές στο κράτος. Κατάργηση φορέων και εξάλειψη δαπανών. Οτιδήποτε δεν είναι απόλυτα απαραίτητο για την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας να καταργηθεί. Έστω, και με θυσία των διορισμένων κομματικών στρατών. Άλλως, ο τόπος δεν έχει μέλλον.